Χωρίς Τρικαλινή υποψήφια διεξήχθη ο Διαγωνισμός ΜΙΣ ΕΛΛΑΣ το 1930, γιατί ήταν γνωστό σε όλους ότι τα καλλιστεία ήταν διαπλεκόμενα από τότε.
Και για τους λόγους που επισημαίνει ο αρθρογράφος εκείνων των ημερών
Η υπεροχή των όμορφων τρικαλινών κοριτσιών ήταν τοις πάσι γνωστό σε όλη την Ελλάδα από την πληθώρα των απαγωγών που απασχολούσε καθημερινά τον Τύπο.
Δεν υπήρχε μέρα που να μη συνέβαινε και κάποια περιπετειώδη και επεισοδιακή απαγωγή, όπως εκείνης της Μεγάρχης που ο ερωτοχτυπημένος έκλεψε την καλή του με αραβικό άλογο και φρενήρης κατευθύνθηκε προς την Τσιάρα, αποφεύγοντας με εντυπωσιακούς ελιγμούς, έχοντας στην αγκαλιά του την αγαπημένη, όσους προσπάθησαν από τους συγγενείς της κοπέλας να τον σταματήσουν.
Η επιδημία των απαγωγών δεν έχε τέλος εκείνη την χρονιά που ο Βασίλης Τσιτσάνης
διάνυε τη Μέση εφηβική ηλικία και έμπαινε στην αρχή της όψιμης, όπου ο έφηβος θεωρεί ότι δεν τον καταλαβαίνουν, προκαλεί, πειραματίζεται, έρχεται σε σύγκρουση για θέματα, όπως η θρησκεία, η πολιτική κι άλλες παραδεδεγμένες αντιλήψεις και υπερασπίζεται με πάθος τις απόψεις του, χωρίς να διστάζει να συγκρουστεί γι αυτές, διαμορφώνοντας έτσι τη δική του ταυτότητα.
Αλλά το 1930 τα Τρίκαλα πήραν τα πρωτεία, (σε αριθμό εκτοπισμένων) ως πρωτεύουσα της κτηνοτροφίας και του γάλακτος οι άτυχοι τσομπάνηδες και οι μικροκτηνοτρόφοι που στέλνονταν για παραθέριση από την κυβέρνηση Βενιζέλου στα ξερονήσια του Αιγαίου ως ληστοτρόφοι, όπως τους ονόμαζε τότε η κυβέρνηση του Βενιζέλου, (επί Γαλλοκρατίας), με το γνωστό Ιδιώνυμο.
Και ληστοτρόφος ήταν εκείνος που εάν κατά τύχη συναντούσε κάποιος τσοπάνης ή μικροκτηνοτρόφος στο δρόμο τον Γιαγκούλα, τον Τριάντο ή τον Μπαμπάνη(διάσημοι κλέφτες των Βαλκανίων) και του έπαιρνε καμιά δεκάρια μανάρια και δεν αντιστεκότανε ή δεν τον πρόδιδε στις αρχές ή πέρασε πολύ κοντά από τη στάνη του ή κάποιος γείτονας κοπαδιού δεν τον χώνευε και τον κατήγγειλε, ότι πήγε πέντε πρόβατα στον Μπαμπάνη γιατί αλλιώς θα τον έπαιρνε το κεφάλι, αυτός ο άτυχος τσομπάνης πήγαινε αμέσως για παραθέριση και διακοπές στην Ανάφη, στον Φολέγανδρο, στη Γυάρο για ένα και δυο χρόνια. Κι αν ήταν και παντρεμένος τον ακολουθούσαν στην εξορία και τα παιδιά και η γυναίκα του.